Η οικία του αρχείου στο Κάλλιον,
© ΕΦΑ Φωκίδας, ΥΠ.ΠΟ.Α
Η Καλλίπολις ή Κάλλιον εντοπίζεται σε μια θέση εξαιρετικά ευνοϊκή από στρατηγική άποψη, καθώς βρίσκεται στη δυτική όχθη του ποταμού Μόρνου (του αρχαίου Δάφνου), ελέγχοντας το μοναδικό δρόμο από τη Θεσσαλία και την κοιλάδα του Σπερχειού προς το εσωτερικό της Αιτωλίας και τη Ναύπακτο. Η ιστορία της πόλης σφραγίστηκε από την καταστροφή που υπέστη το 279 π.Χ. από τους Γαλάτες, οι θηριωδίες των οποίων περιγράφονται σχεδόν πέντε αιώνες αργότερα από τον Παυσανία. Οι Καλλιείς, όσοι επέζησαν, ανοικοδόμησαν την πόλη τους και κατά το τέλος του ίδιου αιώνα όπως και στο πρώτο μισό του 2ου αι. π.Χ. άσκησαν σημαντικό ρόλο στη λειτουργία του Κοινού των Αιτωλών.
Οι έρευνες στο Κάλλιο πραγματοποιήθηκαν κατά τη δεκαετία του 1970 και είχαν το χαρακτήρα σωστικής επέμβασης για την τεκμηρίωση της πόλης ενόψει της κατασκευής της τεχνικής λίμνης. Τεκμηριώθηκε η κάτοψη του τείχους, ενώ στη ΝΑ γωνία του περιβόλου και στο χώρο ανάμεσα στις δύο κύριες πύλες της πόλης, τη νότια και την ανατολική ερευνήθηκε μέρος από τον πυκνό οικιστικό ιστό της πόλης. Συγκεκριμένα, αποκαλύφθηκαν τμήματα από οικίες των ελληνιστικών χρόνων, οι οποίες μάλλον καταστράφηκαν μετά τη μάχη της Πύδνας το 168 π.Χ. Σε μία από τις οικίες βρέθηκαν περίπου 600 πήλινα σφραγίσματα, μικρά κομμάτια πηλού (αρχ. ῥύποι), τα οποία ο αποστολέας μιας επιστολής επικολλούσε στις παρυφές της ταινίας που την περιέδενε και οπωσδήποτε έφερε το αποτύπωμα της σφραγίδας του ως σημείο γνησιότητας του περιεχομένου. Τα σφραγίσματα, τα οποία θα ήταν άψητα, διασώθηκαν χάρη στη φωτιά που κατέστρεψε την οικία. Στα αποτυπώματα αναγνωρίζονται τα σύμβολα πόλεων κρατών, όπως των Χίων, των Λαμιέων, των Δελφών, μυθολογικά όντα και ανδρικές προτομές σε κατατομή που αναγνωρίζονται ως ηγεμόνες, όπως ο Πτολεμαίος ο Φιλοπάτωρ, ο Άτταλος Α΄, ο Προυσίας της Βιθυνίας κ.ά. Το σύνολο των σφραγισμάτων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το Κάλλιο ή τουλάχιστον ο παραλήπτης των εγγράφων με τα σφραγίσματα διατηρούσε σχέσεις με πολιτικές αρχές σε μεγάλο μέρος της ηπειρωτικής Ελλάδας, των νησιών, και των βασιλείων της εποχής.
Στην Καλλίπολη ερευνήθηκαν, επίσης, δύο ναϊκά οικοδομήματα∙ σε απόσταση περίπου 100 μ. νότια από το τείχος βρέθηκε ένας επιμήκης ναός με ξύλινους κίονες πάνω σε λίθινες βάσεις, ο οποίος διαδέχτηκε δύο αρχαιότερους ναούς του 8ου και του 6ου αι. π.Χ. Δεύτερος, μικρότερος και μονόχωρος ναός, αφιερωμένος στην Δήμητρα και την Περσεφόνη, βρέθηκε πολύ κοντά στη νότια πύλη του τείχους∙ στο εσωτερικό βρέθηκε το βάθρο των λατρευτικών αγαλμάτων, καθώς και σχεδόν ακέραιο το άγαλμα της Περσεφόνης και τμήματα από το καθιστό της Δήμητρας.
Πάνω από τα ερείπια της αρχαίας πόλης οικοδομήθηκαν κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους (1ος-4ος αι. μ.Χ.) οικίες με πλούσια διακόσμηση, καθώς και ένα μικρό βαλανείο, δηλαδή μία μικρή εγκατάσταση λουτρών, οικοδομήματα τα οποία καταστράφηκαν και εγκαταλείφθηκαν κατά τον 5ο αι. μ.Χ. Κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους οικοδομήθηκε στα ερείπια της αρχαίας ακρόπολης κάστρο, το γνωστό ως Κάστρο του Βελούχοβου.
Κείμενο: Νικόλαος Πετρόχειλος, Αρχαιολόγος