Η κρήνη Φρετζαλά, Άμφισσα
© ΕΦΑ Φωκίδας, ΥΠ.ΠΟ.Α
Η πόλη οφείλει το όνομά της στη νύμφη Άμφισσα, κόρη του μυθικού βασιλιά Μάκαρα, γιου του Αιόλου. Κτισμένη σε καίρια στρατηγική θέση, στους πρόποδες της Γκιώνας, η λοκρική αυτή πόλη άκμασε κατά την κλασική, ελληνιστική και κατά την πρώιμη αυτοκρατορική περίοδο.
Κατά τους ύστερους αρχαϊκούς χρόνους (6ος αι. π.Χ.) οχυρώθηκε η ακρόπολη (το Κάστρο), ενώ το τείχος που προστάτευε τον οικισμό κτίστηκε μάλλον κατά τον 4ο αι. π.Χ. Την ίδια εποχή η ευρύτερη περιοχή έγινε τόπος συγκρούσεων με αφορμή τον πλούτο του δελφικού ιερού. Ο Δ’ Ιερός Πόλεμος είχε ως αποτέλεσμα την κατάληψη και καταστροφή της πόλης από τον Φίλιππο Β’ (338 π.Χ.). Στη συνέχεια η Άμφισσα ανοικοδομήθηκε, ανασυγκροτήθηκε και πολέμησε μαζί με τις άλλες πόλεις της Αιτωλικής Συμπολιτείας για την απόκρουση των Γαλατών (279 π.Χ.) και των Ρωμαίων που την πολιόρκησαν ανεπιτυχώς (190 π.Χ.). Με τη νίκη του Οκταβιανού στο Άκτιο (31 π.Χ.) η Άμφισσα έγινε τόπος κατοικίας των Αιτωλών προσφύγων.
Κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας αποτέλεσε μέρος του βασιλείου της Θεσσαλονίκης και έγινε έδρα της βαρωνίας των Σαλώνων (La Sole), υπό την κατοχή Γάλλων ευγενών (της οικογένειας των Ντ' Ωτρεμενκούρ) και αργότερα της Καταλανικής Εταιρείας.
Κατά την Οθωμανική περίοδο τα Σάλωνα, όπως ονομάστηκε η πόλη, υπήρξε έδρα καζά. Με το ξέσπασμα της ελληνικής επανάστασης το 1821 οι Αμφισσείς εξεγέρθηκαν και απελευθέρωσαν την πόλη από τους Οθωμανούς στις 10 Απριλίου 1821.
Στην περιοχή έδρασαν σημαντικοί οπλαρχηγοί, όπως ο Πανουργιάς, ο Δυοβουνιώτης, ο Γκούρας, ο Αθανάσιος Διάκος αλλά και ο επίσκοπος Σαλώνων Ησαϊας. Το 1826 τα Σάλωνα ανακαταλήφθηκαν από τον Κιουταχή, ο οποίος παρέδωσε τελικά την πόλη στον Δημήτριο Υψηλάντη το 1829. Μετά την απελευθέρωση, η πόλη γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση λόγω της καλλιέργειας και της εμπορίας της ελιάς.
Στην Άμφισσα έχουν διενεργηθεί αρκετές ανασκαφές, ορισμένες σωστικές, που έχουν αποκαλύψει τμήματα της κλασικής, ρωμαϊκής και υστερορωμαϊκής πόλης. Τα ευρήματα εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Άμφισσας.
Κείμενο:Δρ. Αφροδίτη Καμάρα, Ιστορικός